Ανοίγει τις πόρτες του στις 26 Απριλίου και ήταν αρχικά το πατρικό σπίτι του αγαπημένου Έλληνα ζωγράφου.

Tο Μουσείο Φασιανού θα ανοίξει τις πόρτες του στο κοινό στις 26 Απριλίου.
Tο Μουσείο Φασιανού θα ανοίξει τις πόρτες του στο κοινό στις 26 Απριλίου.

Η Νεοφύτου Μεταξά είναι ο δρόμος που ξεκινά από τον Σταθμό Λαρίσης, γίνεται Ηπείρου και φτάνει στο Αρχαιολογικό Μουσείο. Καθώς οι γειτονιές εκεί, γύρω από τον Άγιο Παύλο, πέρασαν εδώ και χρόνια σε παρακμή, λίγοι περπατούν για να δουν τα όμορφα ίχνη της πόλης, ενός κέντρου άλλοτε ζωντανού και πολύβουου, με ωραία νεοκλασικά και κατοικίες του ‘50. Εκεί κοντά είναι τα στούντιο της Φίνος και στη γωνία με τη Χίου ένα κτίριο σε κάνει να σηκώσεις ψηλά το κεφάλι, τόσο αλλιώτικο από τα διπλανά του, όμορφο, μετρημένο.

Ανοίγω την πόρτα στον αριθμό 15 και βρίσκομαι μέσα στο Μουσείο Φασιανού, που θα ανοίξει τις πόρτες του στο κοινό στις 26 Απριλίου και νωρίτερα για καλό σκοπό, για εκπαιδευτικά προγράμματα με απίθανα εργαλεία, σε έναν χώρο που η αισθητική του μόνο χαρά δημιουργεί και προσφέρει μια εμπειρία ανεπανάληπτη.

Το μουσείο ήταν αρχικά το πατρικό σπίτι του Φασιανού. Ένα παλιό αθηναϊκό νεοκλασικό σε σχήμα γάμμα, με εσωτερική αυλή, όπου ζούσε όλη η οικογένεια, μιας και ο παππούς του ήταν παπάς στην εκκλησία του Αγίου Παύλου, λίγα τετράγωνα παρακάτω.

«Ο παππούς μου ήταν παπάς. Γεννήθηκα το 1935 δίπλα ακριβώς στην εκκλησία που λειτουργούσε ο ίδιος. Είχαμε ένα μικρό σπίτι με δειλινά στους Αγίους Αποστόλους κάτω από την Ακρόπολη. Από πολύ μικρός και εξ αιτίας του παππού μου, τριγύρναγα στις μισοσκότεινες μεταβυζαντινές εκκλησίες και τον βοηθούσα άλλοτε φέρνοντάς του το θυμιατό και άλλοτε διαβάζοντας τον Απόστολο. Πιο πολύ όμως και από το θρησκευτικό μέρος με είλκυαν οι εικόνες οι βυζαντινές ή οι λαϊκές.

Ο Φασιανός ζούσε εκεί από τη δεκαετία του ’30 και σε πολύ μικρή ηλικία ήρθε σε άμεση τριβή με μια περιοχή στην οποία άνθιζαν τα θέατρα (Σαμαρτζή – Περοκέ), ο κινηματογράφος (Αλκαζάρ – Βικτώρια), το Αρχαιολογικό Μουσείο, η έννοια της γειτονιάς με το παντοπωλείο, το οπωροπωλείο, τους πλανόδιους τεχνίτες και πωλητές όπως ο κουλουράς, ο καστανάς, ο μπαλωματής, ο γαλατάς.

Μου έκαναν εντύπωση οι άγιοι καβαλάρηδες με τα φωτοστέφανα και τα σπαθιά τους που έβγαζαν φλόγες και σκότωναν θηρία. Τα ξερά βυζαντινά βουνά στο βάθος, τα περίεργα δέντρα και τα φυτά και οι χρυσοί ουρανοί. Προσπαθούσα να αντιγράψω τις εικόνες. Όμως ήθελα να κάνω και δικές μου, να εκφράσω και τον δικό μου κόσμο, όπως κι όλας είχε διαπλαστεί από όλα όσα έβλεπα.

Η μητέρα μου ήταν φιλόλογος και είχε μανία με τον αρχαίο ελληνικό κόσμο. Αυτή με πήγαινε συγχρόνως στα μουσεία ή την Ακρόπολη και παντού όπου μπορούσε να συναντήσει αρχαία πράγματα. Μου άρεσαν πολύ τα εικονογραφημένα αρχαία βάζα, ιδίως οι λευκές λήκυθοι, που εικόνιζαν νεκρικές παραστάσεις. Πιο πολύ όμως με συγκινούσαν τα κυκλαδικά ειδώλια με τα στυλιζαρισμένα χέρια, τα μονοκόμματα σώματα που μοιάζανε με παιχνίδια.

Ο πατέρας μου ήταν μουσικός και έτσι έμαθα να παίζω βιολί. Δεν νομίζω ότι αυτό με επηρέασε καθόλου. Γιατί ήθελα να ζωγραφίζω από μικρό παιδί. Μέχρι τα δεκαεφτά μου χρόνια ζωγράφιζα μόνος μου και είχα όλο τον μαγικό κόσμο των εικόνων, στις εκκλησίες, και από την άλλη μεριά την αγαλματολατρεία των αρχαίων Ελλήνων» έχε αφηγηθεί ο Αλέκος Φασιανός.

Ζούσε εκεί από τη δεκαετία του ’30 και σε πολύ μικρή ηλικία ήρθε σε άμεση τριβή με μια περιοχή στην οποία άνθιζαν τα θέατρα (Σαμαρτζή – Περοκέ), ο κινηματογράφος (Αλκαζάρ – Βικτώρια), το Αρχαιολογικό Μουσείο, η έννοια της γειτονιάς με το παντοπωλείο, το οπωροπωλείο, τους πλανόδιους τεχνίτες και πωλητές όπως ο κουλουράς, ο καστανάς, ο μπαλωματής, ο γαλατάς. Από αυτά εμπνεύστηκε αργότερα μια σειρά έργων του και ήθελε να αναβιώσει αυτά τα επαγγέλματα που έχουν χαθεί.

 Ο Φασιανός έχει επιμεληθεί τις τοιχογραφίες, τα φωτιστικά, τα πόμολα, το χρώμα στους τοίχους.
Ο Φασιανός έχει επιμεληθεί τις τοιχογραφίες, τα φωτιστικά, τα πόμολα, το χρώμα στους τοίχους.

«Εγώ προτιμώ την πόλη μου που ζω, όπως είναι. Γιατί στην πόλη δημιουργείται ο πολιτισμός. Μέσα σ’ αυτή την πόλη, όσο ελεεινή και να είναι, δημιουργούμε. Εγώ, άμα δεν είχα περιπλανηθεί στους δρόμους της πόλης, δεν θα είχα αναπτυχθεί πνευματικά. Περιπλανιόμουν στην Πανεπιστημίου, κοιτούσα φωτογραφίες των κινηματογράφων, πήγαινα στο Σινεάκ, στο Pοζικλέρ και στην Αλάσκα, στο Πεδίον του Άρεως, στο Γκρην Παρκ, στο Αρχαιολογικό Μουσείο, στα θέατρα Περοκέ και Σαμαρτζή, στη Βικτώρια και στο Αλκαζάρ, τα δύο σινεμά στον Σταθμό Λαρίσης, στο Άστρα, με τα νέα ταλέντα που γαλουχήθηκαν εκεί. Και μετά πήγαινα στο Ωδείο Αθηνών-Πειραιώς και στη Σχολή Καλών Τεχνών, οδός Πατησίων, στην πιο ωραία σχολή. Και μετά στο Σύνταγμα, στην πλατεία Κλαυθμώνος, στο θέατρο Κουν. Καθόμασταν και στα παγκάκια πολλές φορές στον Βασιλικό Κήπο, όπου πηγαίνω ακόμα. Όταν μπαίνω εκεί, έχω πάντα αυτή τη μυρωδιά της δροσιάς των δέντρων. Μου άρεσαν και οι ανδριάντες, οι προτομές που πρόβαλλαν στο πράσινο φόντο των φυτών. Και μάλιστα ζωγράφισα πολλά έργα με αυτό το θέμα» έλεγε.

Ενώ είχε εγκατασταθεί στο Παρίσι από το 1966, το 1970 έλαβε ένα γράμμα από τη μητέρα του Ελένη που έγραφε: «Αλέξη, το γκρέμισα το παλιόσπιτο, το κατεδάφισαν οι μπουλντόζες σε 30 λεπτά και τα ποντίκια βγήκαν σε άλλους δρόμους» .

Το παλιό σπίτι έγινε μια πολυκατοικία της αντιπαροχής και έτσι ο Φασιανός ζήτησε από τον φίλο του, διάσημο αρχιτέκτονα Κυριάκο Κρόκο, να το αναδιαμορφώσουν γιατί δεν τον εξέφραζε εικαστικά και αισθητικά. Ο Κρόκος έλεγε πως τα κτίρια είναι σαν τα βότσαλα στην παραλία, πρέπει να λιαστούν, να σκονιστούν και να έρθει το κύμα να τα καθαρίσει. Το κτίριο είναι ζωντανός οργανισμός και πρέπει τα υλικά να είναι εμφανή. Αυτό έκανε και στο κτίριο, με εμφανές χτυπητό μπετό, μωσαϊκά και εμφανή πέτρα που θυμίζει τους παλιούς πλινθόκτιστους τοίχους.

Το μουσείο ήταν αρχικά το πατρικό σπίτι του Φασιανού.
Το μουσείο ήταν αρχικά το πατρικό σπίτι του Φασιανού.

Ο Φασιανός έχει επιμεληθεί τις τοιχογραφίες, τα φωτιστικά, τα πόμολα, το χρώμα στους τοίχους, υπήρχε μια άμεση και αρμονική συνεργασία καλλιτέχνη και αρχιτέκτονα. Το κτίριο τελείωσε το 1996. Ο Φασιανός έλεγε «αλίμονο σε όσους χάσουν την παιδικότητά τους», ήταν ένα αιώνιο παιδί. Το αρχιτεκτονικό ύφος και ο ρυθμός του μουσείου απεικονίζουν τις αισθητικές και φιλοσοφικές αρχές που διέπουν το έργο του, καθιστώντας το ένα από τα λίγα μουσεία στα οποία η συνεργασία μεταξύ αρχιτέκτονα και καλλιτέχνη ενισχύει τον διάλογο μεταξύ των έργων και του χώρου που τα περιβάλλει. Με διεπιστημονική προσέγγιση, το μουσείο θα διοργανώνει περιοδικές εκθέσεις, συζητήσεις και ακαδημαϊκές δραστηριότητες σε συνεργασία με άλλα ιδρύματα και οργανισμούς, καθώς και εκπαιδευτικά προγράμματα.

«Ενώ ήθελε να ανοίξει το μουσείο για το κοινό, φοβόταν τις ευθύνες και έτσι είχαμε την τύχη να το αναλάβουμε εμείς. Τα εκπαιδευτικά προγράμματα είναι τέλεια συγκυρία για να μπορέσουν τα παιδιά να εμπνευστούν από το πνεύμα και να καλλιεργήσουν τη φαντασία, την αυτογνωσία και την περιέργεια. Ο μύθος της γειτονιάς τού ήταν πολύ σημαντικός και πάντα αναπολούσε τη γειτονιά και την καμινάδα του σπιτιού σαν άλλος Οδυσσέας, και αυτά τα παιδικά βιώματα βλέπουμε και στο έργο του. Οι περιπλανήσεις στην πόλη καλλιεργούν το πνεύμα και δημιουργούν πολιτισμό, όπως έλεγε», λέει η Βικτώρια Φασιανού. «Στο μουσείο έχουμε βάλει ιδιόχειρα παιχνίδια που έχει φτιάξει για τους φίλους του, όπως σφεντόνες και αεροπλανάκια και ένα θέατρο σκιών. Στην περιοχή παίζανε συνέχεια στον δρόμο, κάνανε ομάδες και όλες αυτές τις αναμνήσεις της γειτονιάς κατάφερε και τις διατήρησε και στο έργο του».

Η ιδέα είναι να λειτουργήσει το μουσείο με εκπαιδευτικά προγράμματα, κάτι που θα κάνει τον χώρο να είναι διαρκώς ζωντανός και θορυβώδης (πράγμα που θα άρεσε και στον Φασιανό) και θα φέρει τα παιδιά σε επαφή με την τέχνη σε έναν χώρο παιγνιώδη, φωτεινό, στην καρδιά της πόλης και με έμπνευση από τη γειτονιά.

Το μουσείο διοργανώνει, με την υποστήριξη της Alpha Bank, εκπαιδευτικά βιωματικά προγράμματα για μικρούς μαθητές, με σκοπό να τους φέρει σε επαφή με τη σύγχρονη τέχνη και τον κόσμο του μεγάλου Έλληνα ζωγράφου.
Το μουσείο διοργανώνει, με την υποστήριξη της Alpha Bank, εκπαιδευτικά βιωματικά προγράμματα για μικρούς μαθητές, με σκοπό να τους φέρει σε επαφή με τη σύγχρονη τέχνη και τον κόσμο του μεγάλου Έλληνα ζωγράφου.

Ο κόσμος των παιδιών πρωταγωνιστεί στο μουσείο

Το μουσείο διοργανώνει, με την υποστήριξη της Alpha Bank, εκπαιδευτικά βιωματικά προγράμματα για μικρούς μαθητές, με σκοπό να τους φέρει σε επαφή με τη σύγχρονη τέχνη και τον κόσμο του μεγάλου Έλληνα ζωγράφου.

Μέσα από τα έργα του Αλέκου Φασιανού, τα οποία δένουν αρμονικά στον χώρο του νέου μουσείου, τα παιδιά ταξιδεύουν σε έναν φανταστικό κόσμο και βλέπουν την τέχνη και τη ζωγραφική να ζωντανεύουν. Συμμετέχοντας στα εκπαιδευτικά προγράμματα που σχεδίασε η VYCA (Very Young Contemporary Art) και έχουν λάβει την έγκριση του υπουργείου Παιδείας & Θρησκευμάτων, μαθητές και μαθήτριες γίνονται μέρος του φασιανικού κόσμου. «Ζωγραφίζουμε τον κόσμο μας, όπως εμείς τον βλέπουμε και όχι όπως πραγματικά είναι. […] Φτιάχνεις πράγματα που νομίζεις ότι είναι ένας κόσμος πραγματικός… Αυτή είναι η μαγεία του θεάτρου…» έλεγε ο Αλέκος Φασιανός.

Πλησιάζω το θέατρο σκιών στον χώρο και δεν αντιστέκομαι στον πειρασμό να πάρω τις φιγούρες στα χέρια μου και να θυμηθώ τον Καραγκιόζη της δικής μου εποχής. Εδώ θα γίνει το εκπαιδευτικό πρόγραμμα με τίτλο «Πόλη σαν θέατρο», για μαθητές νηπιαγωγείου και Α’ – Γ’ Δημοτικού, που υπό την επίβλεψη έμπειρων εκπαιδευτικών θα δημιουργήσουν το δικό τους θέατρο σκιών, χρησιμοποιώντας cut out φιγούρες από τους πίνακες του ζωγράφου και στοιχεία της πόλης, επτακόσιες σε σύνολο. Το πρόγραμμα αντλεί έμπνευση από τη συλλογή με τις επιζωγραφισμένες φωτογραφίες του Αλέκου Φασιανού αλλά και από την ιδιαίτερη σχέση του ζωγράφου με το θέατρο ήδη από την παιδική του ηλικία, όταν κατασκεύαζε αυτοσχέδιους ήρωες από χαρτί και πειραματιζόταν με τη μαγεία του θεάτρου σκιών.

Η ιδέα είναι να λειτουργήσει το μουσείο με εκπαιδευτικά προγράμματα κάτι που θα κάνει τον χώρο να είναι διαρκώς ζωντανός και θορυβώδης (πράγμα που θα άρεσε και στον Φασιανό) και θα φέρει τα παιδιά σε επαφή με την τέχνη σε έναν χώρο παιγνιώδη, φωτεινό, στην καρδιά της πόλης και με έμπνευση από τη γειτονιά.
Η ιδέα είναι να λειτουργήσει το μουσείο με εκπαιδευτικά προγράμματα κάτι που θα κάνει τον χώρο να είναι διαρκώς ζωντανός και θορυβώδης (πράγμα που θα άρεσε και στον Φασιανό) και θα φέρει τα παιδιά σε επαφή με την τέχνη σε έναν χώρο παιγνιώδη, φωτεινό, στην καρδιά της πόλης και με έμπνευση από τη γειτονιά.
 Μέσα από τα έργα του Αλέκου Φασιανού, τα οποία δένουν αρμονικά στον χώρο του νέου μουσείου, τα παιδιά ταξιδεύουν σε έναν φανταστικό κόσμο και βλέπουν την τέχνη και τη ζωγραφική να ζωντανεύουν.
Μέσα από τα έργα του Αλέκου Φασιανού, τα οποία δένουν αρμονικά στον χώρο του νέου μουσείου, τα παιδιά ταξιδεύουν σε έναν φανταστικό κόσμο και βλέπουν την τέχνη και τη ζωγραφική να ζωντανεύουν.

Με σημείο αναφοράς την πόλη, ο Αλέκος Φασιανός ζωγράφιζε πάνω σε τυπωμένες φωτογραφίες ενσωματώνοντας έναν φανταστικό κόσμο ανάμεσα σε αληθινά στιγμιότυπα από την καθημερινότητα: ανθρώπους με λουλούδια και στάχυα στα χέρια, μουσικούς με κιθάρες να τραγουδούν σε μπαλκόνια, φτερωτούς ήρωες μέσα σε γιαπιά και εργοτάξια. Χρησιμοποιώντας cut out φιγούρες από τους πίνακες του ζωγράφου και στοιχεία της πόλης, οι μαθητές, πίσω από τη σκηνή, ανεβάζουν μια αυτοσχεδιαστική παράσταση θεάτρου σκιών που αλλάζει κάθε λεπτό. Πολυκατοικίες, πεζοδρόμια και αυτοκίνητα διαπερνούν τη σκηνή, καθώς οι χρωματιστοί ήρωες του ζωγράφου προσγειώνονται ή πετούν πάνω από την «γκρίζα» πόλη.

Η δεύτερη θεματική, για παιδιά Δ’ Δημοτικού – Α’ Γυμνασίου, βρίσκει συνδέσεις μεταξύ ζωγραφικής και αρχιτεκτονικής, μελετώντας και εξερευνώντας τον φυσικό χώρο του μουσείου με το σώμα και τις αισθήσεις τους. Όσο για τα παιδιά που ζουν έξω από την Αθήνα και για να υπάρχει ισότιμη πρόσβαση, θα παίξουν μέσα από ειδικές «μουσειοβαλίτσες», που θα ταξιδέψουν σε σχολεία όλης της χώρας –3.000 δημοτικά και νηπιαγωγεία της επικράτειας καθώς και ιδρύματα και Σχολικές Μονάδες Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης (ΣΜΕΑΕ)–, με στόχο να διαδώσουν την καλλιτεχνική κληρονομιά του Αλέκου Φασιανού σε παιδιά που δεν έχουν τη δυνατότητα να θαυμάσουν από κοντά το έργο του.

Ο Φασιανός έλεγε «αλίμονο σε όσους χάσουν την παιδικότητά τους», ήταν ένα αιώνιο παιδί.
Ο Φασιανός έλεγε «αλίμονο σε όσους χάσουν την παιδικότητά τους», ήταν ένα αιώνιο παιδί.

Στο ισόγειο του μουσείου θαυμάζω ένα κουκλόσπιτο, μια μεγάλη μακέτα του μουσείου, και ζηλεύω τα παιδιά που θα φτάσουν εδώ και θα περπατήσουν μέσα στην έκθεση-μινιατούρα τοποθετώντας τις δικές τους φιγούρες στον χώρο. Τα παιδιά αναλαμβάνουν τον ρόλο του επιμελητή και «στήνουν» μια θεματική έκθεση με έργα του Φασιανού μέσα στο τρισδιάστατο μοντέλο του μουσείου. Με μικροσκοπική κάμερα προβάλλουν σε ζωντανό χρόνο τη διαδρομή του φανταστικού επισκέπτη ανάμεσα στα υπό κλίμακα εκθέματα.

Αντλώντας έμπνευση από τα υλικά, τις μορφές, τα σχήματα και τα χρώματα του Φασιανού, τα εκπαιδευτικά προγράμματα ενθαρρύνουν την ελεύθερη έκφραση και την ανάπτυξη διαφορετικών δεξιοτήτων, την ισότιμη διαχείριση των μαθητών, καθώς και την ομαδική κατασκευή και ολοκλήρωση του παιχνιδιού.

Μουσείο Αλέκος Φασιανός
+30 210 7241580
Νεοφύτου Μεταξά 15, 104 39 Αθήνα

Πληροφορίες για τα εκπαιδευτικά προγράμματα:
https://www.alekosfassianos.gr/ekpaideftika-programmata/

Source
Author: Αργυρώ Μποζώνη
Website: lifo.gr